Περί ενεργειακού “burn-out”

25 Νοεμβρίου, 2024

Σκέψεις με αφορμή το κείμενο “The City of Eleven Gates” από το βιβλίο “Essence of the Upanishads” του Eknath Easwaran.

Καθημερινά κατακλυζόμαστε από δεκάδες ερεθίσματα. Το εξωτερικό περιβάλλον είναι ο «παράδεισος» των αισθήσεών μας. Έχει όψη, οσμή, ήχο, γεύση και υφή. Και καθώς διαρκώς αλλάζει, καθένα από αυτά τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα αμέτρητα αντικείμενα και όντα που υπάρχουν μέσα σε αυτό μεταμορφώνεται και σε κάτι διαφορετικό κάθε φορά. Τα βράχια στην θάλασσα ανάλογα με τον καιρό εμφανίζουν κάθε μέρα άλλη όψη και χρώματα. Αλλά και εμείς ως μέρη της τεράστιας, αδιάλειπτα μεταβαλλόμενης ποικιλότητας του κόσμου μας δεν ενεργούμε πάντα με τον ίδιο τρόπο μέσα από τις αισθήσεις. Το λουλούδι σήμερα δεν έχει το ίδιο έντονη μυρωδιά με χτες, ούτε κι εμείς που θα το μυρίσουμε το ίδιο καλή όσφρηση.

Η ενέργεια ή πράνα, όπως την αποκαλούν οι αρχαίοι Ινδοί σοφοί, που διατρέχει το σύμπαν, παράγεται, διυλίζεται και αναπλάθεται με μια ρυθμικότητα και έναν συντονισμό που μόνο ως θαυματουργά θα μπορούσε κανείς να τα περιγράψει. Ζούμε στην ομορφιά των μικρών και μεγάλων «θαυμάτων» που κάθε στιγμή συντελούνται έξω και μέσα μας. Πώς, λοιπόν, καταφέρνουμε να θέσουμε τους εαυτούς μας έκπτωτους από τον ενεργειακό παράδεισό μας; Γιατί σήμερα μιλάμε για ενεργειακή εξουθένωση, το λεγόμενο burn-out («κάψιμο»);

Αναπόφευκτα, θα πρέπει να αναρωτηθούμε πώς διαχειριζόμαστε την ενέργεια μας, πόση ενέργεια καταναλώνουμε και πόση ξοδεύουμε πού, πόση από την ενέργεια που παράγουμε τελικά αποβάλλουμε και τι είδους ενέργεια είναι. Πολλές φορές, η τροφή, φυσική και νοητική, που επιλέγουμε, δεν είναι η κατάλληλη ούτε σε ποιότητα ούτε σε ποσότητα. Τα τρόφιμα, οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι ιδέες που καταναλώνουμε είναι είτε πλούσια σε ενέργεια που εξανεμίζεται εξαιρετικά γρήγορα, είτε είναι περισσότερα ή λιγότερα από όσα πραγματικά χρειαζόμαστε. Οι ατέλειωτες ώρες που περνάμε μετά από μια κουραστική μέρα στον καναπέ, ψάχνοντας να ψωνίσουμε στα δεκάδες μαγαζιά του διαδικτύου ή χαζεύοντας τα διάφορα ποσταρίσματα των φίλων μας στο instagram ξεχειλίζουν το πιάτο που βάζουμε μπροστά μας στο τραπέζι.

Χωρίς να το καταλαβαίνουμε, καταναλώνουμε και ξοδεύουμε ενέργεια υπερβολικά. Το τραπέζι μας γεμίζει στο τέλος μόνο με άδεια πιάτα. Η εξουθένωση που νιώθουμε δεν μας αφήνει ούτε καν να καθαρίσουμε τα πιάτα από το τραπέζι. Και κάπως έτσι καταλήγουμε να είμαστε καταναλωτές της εξουθένωσης μας και της κακής διάθεσης που την ακολουθεί. Μέσα στο κλίμα της αυξανόμενης δυσαρέσκειας και νευρικότητας που έχουμε οι ίδιοι δημιουργήσει, αποβάλλουμε άθελά μας ακόμα και τις λιγοστές σταγόνες της ωφέλιμης, θετικής ενέργειας που μας έχει απομείνει. Η ζωτικότητα μας φθίνει και δυστυχώς κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να σιγουρέψουμε ότι αυτό θα συμβεί.

Η ιστορία του Nachiketas για την οποία μας μιλά μια από τις Ουπανισάδες, η Katha Upanishad, είναι του αγοριού που, αν κι ακόμα στην εφηβεία, έχει τη σύνεση να διακρίνει πόσο βαθιά είναι η εξουθένωση που φέρνει η ολοκληρωτική παράδοση στις αισθήσεις. Δεν είναι ότι απαρνείται τις αισθήσεις. Απλά δεν περιορίζεται αποκλειστικά σε αυτές. Με το στόχο που θέτει και είναι να βρει απάντηση στην ερώτηση του τι ακολουθεί μετά τον θάνατο ανοίγει τη ματιά του πέρα και πάνω από το πεδίο στον οποίο φτάνει το κοινό ανθρώπινο βλέμμα.

«Μην είσαι σαν τους άλλους ανθρώπους. Θέσε ένα στόχο μπρος τον οποίο η ζωτικότητα σου ποτέ δεν θα φθίνει. Η φωτιά (πράνα) σου ποτέ δεν θα σβήνει», σαν να μας λέει μέσα από την πεισματική του άρνηση να δεχτεί όλες τις δελεαστικές προσφορές σε χρήματα, περιουσία και μακρόχρονη ζωή που του κάνει ο θεός του Θανάτου, Yama.

Το βιβλίο “Essence of the Upanishads”, όπου ο Eknath Easwaran αποτυπώνει τις σκέψεις του για την παραπάνω ιστορία, αναφέρει χαρακτηριστικά σχετικά με αυτό: “Η φωτιά είναι ένα τέλειο σύμβολο για την πράνα, γιατί όπου η πράνα είναι άφθονη, υπάρχει ενθουσιασμός, ζωντάνια, ορμή, αποφασιστικότητα, ικανότητα να βλέπεις κάτι χωρίς να αποσπάται η προσοχή σου από τον στόχο…” Και συνεχίζει, λέγοντας:

Μερικοί άνθρωποι είναι σαν ξερά προσανάμματα. Μπορείς να τους βάλεις φωτιά εύκολα, αλλά η φωτιά τους τελειώνει σχεδόν μόλις αρχίσει… λίγοι άνθρωποι είναι (όμως) σαν μεγάλοι κορμοί. Χτυπάς για να ανάψεις το ένα σπίρτο μετά το άλλο και για μεγάλο χρονικό διάστημα όλα σβήνουν. Αλλά μόλις πιάσουν φωτιά, φλέγονται με τη λάμψη που έχει ένας ήλιος και δεν καίγονται…

 

Η διαχείριση της ενέργειάς σου, θα μας πει μέσα από το παράδειγμα του ο Nachiketas, ξεκινάει από το ποιοι είναι οι στόχοι σου. Δεν χρειάζεται να είναι όσο μεγαλεπήβολοι είναι εκείνου. Ούτε έχει σημασία ποιοι σου φαίνονται εύκολοι ή δύσκολοι. Στόχοι που με ευκολία επιλέγουμε, όπως το να κοιτάμε από την «κλειδαρότρυπα» των social media τις ζωές των άλλων, είναι συχνά οι πιο εξαντλητικοί. Αφαιμάζουν όλη τη παραγωγική ενέργεια που διαθέτουμε, αφήνοντας μας πίσω αυστηρές αυτοκριτικές που στηρίζονται στις συγκρίσεις μας με τους άλλους.

Σκοπός είναι διακρίνεις ποιοι στόχοι σου, όσο απαιτητικοί και να είναι, προσθέτουν λάμψη στη ζωή σου, σε κάνουν να νιώθεις δυνατός, ζωντανός, φωτεινός, και ποιοι την αφαιρούν. Εκτός, όμως, από το είδος των στόχων, καλό είναι να επιλέξεις με σύνεση και τον βηματισμό που θα αναπτύξεις, πόσο γρήγορος ή αργός θα πρέπει να είναι, ώστε να μην «σβήνεις» εντελώς ενεργειακά στην προσπάθεια σου να τους πετύχεις.  Γίνε ο ήλιος, που αν και δεν είναι το ίδιο λαμπερός ούτε ζεστός όλες τις ώρες της ημέρας, συνέχεια φωτίζει και δεν σβήνει. Και τελικά είσαι αυτός ο ήλιος, θα μάθει ο Nachiketas στο τέλος της ιστορίας του.